-
1 χώννῡμι
χώννῡμι u. χωννύω, fut. χώσω, perf. pass. κέχωσμαι, bei Her. u. Thuc. auch χόω (verwandt mit χέω), schütten, aufschütten; bes. von ausgegrabener u. aufgeschütteter Erde, mit Schutt u. Erde ausfüllen, dämmen, Dämme od. Wälle aufwerfen, χώματα χοῦν, χῶσαι, Her. 1, 162. 4, 71. 9, 85; πρὸς πόλιν Thuc. 2, 75; λιμένας, verschütten, Dem. 25, 84; Aesch. 3, 109; τάφρου μέρος γῇ καὶ ὕλῃ Plut. Crass. 10; durch aufgeworfene Wälle befestigen, verschanzen; pass. durch Schutt ausgefüllt werden, χωσϑῆναι Her. 2, 11. 137, u. Sp. – Bes. einen Grabhügel aufschütten, τάφον χώσουσα πορεύσομαι, Soph. Ant. 81. 1189; τύμβον χῶσον Eur. I. T. 702; ὅπως χώσω τάφῳ Or. 1585; ἐπεί μοι τύμβος οὐ χωσϑήσεται I. A. 1443; Plat. Legg. XII, 947 e; pass. ἐχωννύμεϑα, uns wurde ein Grabhügel aufgeschüttet, Antp. Sid. 66, Ep. ad. 619 (VII, 136. 137). – Χῶσαί τινα λίϑοις, Einen mit Steinen überschütten, steinigen, Ar. Ach. 279.
См. также в других словарях:
Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
Σαουδική Αραβία — Κράτος στη Μέση Ανατολή. Βρέχεται στα Α και Δ από τον Περσικό Κόλπο και την Ερυθρά Θάλασσα αντίστοιχα και στα Ν από την Αραβική Θάλασσα.H εδαφική επικράτεια της Σαουδικής Aραβίας, που παλιά προσδιοριζόταν πολύ άοριστα ως Zαζιράτ αλ Aράμπ, δηλαδή… … Dictionary of Greek